|
сопливый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сопливый? — μύξης как с (ново)греческого переводится слово μύξης? — сопливый — ακρίβεια — ικετευτικός — εκπόρευση — νταλοδέρνω — εμβαδομέτρηση — αλβανοκενρικός — λοξοδρομώ — Αστυάναξ — ελαιοκόμος — φιλοξενούμενος — ωραιοπαθής — αφωρεσμένος — πολιτογραφώ — μακροβιότητα — συντελούμαι — θύννος — μαραζώνω — μέσο — πρύμος — άσμα — γήτευμα |
|||