Новогреческий словарь
χαρτοδέτης
χαρτοδέτης
ο 1)
переплётчик
;
2)
брошюровщик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
переплётчик
? —
χαρτοδέτης
как на
(ново)греческом
будет слово
брошюровщик
? —
χαρτοδέτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
χαρτοδέτης
? — переплётчик, брошюровщик
#
(ново)греческий словарь
—
στήριγξ
—
μητρυιός
—
πεντηκοστιανοί
—
βαλλιστίτις
—
συζητήσιμος
—
καλαμπόρτζος
—
αποχετευτικός
—
ξυλογράφος
—
μαυρισμένος
—
γλινερός
—
επινώτιον
—
πηκτικός
—
αγόμωτος
—
σοδειάζω
—
μόσχευση
—
δαλεία
—
αγαλματολατρεία
—
πεταύρωμα
—
χωριάτικος
—
επιστολογραφώ
—
ευθυαυλητής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве