Новогреческий словарь
αλεύκαντος
αλεύκαντ|ος
неотбеленный, небелёный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
неотбеленный
? —
αλεύκαντος
как на
(ново)греческом
будет слово
небелёный
? —
αλεύκαντος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αλεύκαντος
? — неотбеленный, небелёный
#
(ново)греческий словарь
—
βραδυφλογία
—
γεννοβόλι
—
αδιασπάθητος
—
εβδομο
—
αχρωστικός
—
ελαστικό
—
ψιλοκανωμένος
—
κοράσι
—
βιρμανικός
—
καταρραχίς
—
μήλιγγας
—
παντρολόγημα
—
επισταθμεία
—
λογόρροια
—
κεντηματιά
—
κατηγορικός
—
ανέρωτος
—
απαράβλαπτος
—
βατροχοειδή
—
βούτας
—
τσανάκα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,