|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εκλεκτικίστρια? — — πετριά — τρικυμιώδης — συνδετικό — δραχμικός — αλόη — πνικτικός — ανυπερπήδητος — υπόφραγμα — φρενοβλαβής — εμπρυμνος — ατσαλόστομος — θερμόλουτρο — αδικοθανατίζω — ημερολογιακός — αδιασκέλιστος — γυμνάζομαι — γαλακτοτροφία — λαρυγγολογία — αναξιοπρεπής — ασυνταύτιστος — γαργαρίζω |
|||