|
опред. артикль : οι άνθρωποι — люди; οι γυναίκες — женщины #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οι? — — διαιρώ — γυναικείος — μέγιστα — χρονογραφώ — αλεποουρά — επαληθευτικός — τρύπα — καστανέα — ακρόδεσμος — καρβοξύλιο — αλήτισσα — στράγγιση — διαβιβαστήριος — ξοφλημένος — χασάπικο — βυζάνω — θρυμμάτιση — ανθότυρο — διάτηξις — χαζοφέρνω — ασπλαχνιά |
|||