|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κροκοσυλλέκτης? — — δοκαρι — ροκέττα — τσαπατσούλης — χαλκοτυπική — μονομελής — αλεξιβρόχιο — χοντροφτειαγμένος — μπαταρία — πιπεριά — κρυοπάγημα — φτύκα — πρόσεδρος — λυκειακός — δασμολογικός — πυράδα — ανεπαύξητος — καλλιέργεια — σμηνοσεισμοί — ενώ — αποσηπτικός — κύβος |
|||