Новогреческий словарь
απόστα
απόστα
нарочно
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нарочно
? —
απόστα
как с
(ново)греческого
переводится слово
απόστα
? — нарочно
#
(ново)греческий словарь
—
παραδρομή
—
τσιρίδα
—
υποθρεψίο
—
μίασμα
—
ιδιότητα
—
χιονοβολή
—
χρεία
—
γρίιτσα
—
συνδρομητής
—
κίων
—
βιοχημεία
—
κοινωνιολογία
—
καπνοκαλλιέργεια
—
έντριμμα
—
αποτίλλω
—
αίξ
—
επιτεταγμένος
—
χρεωλυσία
—
καθάρισμα
—
οικοδομάω
—
άτρυτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве