|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οστεομυελίτιδα? — — ξιδρώνω — μεταφυτευτός — διαμάχη — λεμφατισμός — μεσσιανικά — βαρυντικός — παλιόμουτρο — εποπτεύω — μακροταξιδεύω — συναπτός — βαγιοκλαδίζω — πρωθυπουργία — ανυπέρβλητος — κλινικώς — μονόλιθος — νάρδος — κλασσικιστής — σαφηνιστικός — αυλακώδης — προσθετός — φεγγαριάζομαι |
|||