Новогреческий словарь
ενεργειοκρατία
ενεργειοκρατία
η филос.
энергетизм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
энергетизм
? —
ενεργειοκρατία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενεργειοκρατία
? — энергетизм
#
(ново)греческий словарь
—
μητρίτιδα
—
ημιόλιος
—
λοστρόμος
—
σκιάχτρο
—
κεφαλόδεμα
—
μυλοστέρνα
—
αντιπειθαρχικός
—
ωάριο
—
αποφύλλωση
—
ενυπόθηκος
—
αντικέρ
—
κανονιοβολώ
—
ανύψωση
—
σχοινοσυντρόφισσα
—
νομιμόφρονας
—
κριτικός
—
αρκούδα
—
γωνία
—
συγκαμένος
—
κινητήριος
—
ανδραπόδιση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве