|
азиатский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово азиатский? — ασιανός как с (ново)греческого переводится слово ασιανός? — азиатский — ακατασκεύαστος — επακμάζω — μισοσαράκοστο — αδαμαντοδεσία — γκρανκάσσα — κομμοδίνο — τρίχρωμος — χειροδικώ — εξανθράκιση — αριθμός — κράμα — αεί — εξήκοντα — εξαλμύρισμα — ηρεμώ — αμφιγνωμίο — γαστήρ — κάνω — αυτομαθής — θεογονία — καρκινοπαθής |
|||