εφημεριδογραφία

формы словаβ
εφημεριδογραφία
η газетное дело, журналистика



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово газетное дело? — εφημεριδογραφία
как на (ново)греческом будет слово журналистика? — εφημεριδογραφία
как с (ново)греческого переводится слово εφημεριδογραφία? — газетное дело, журналистика


εύσωμοςμεσοκόβωφρικωδίαεικοσαπλάσιοςλάγανονοικειοποιούμαιαφιλόξενοςδαπάνημααναπνευστήραςημιστήριξηαναζωπύρωσηιατροσυμβούλιομικροβόλτζαχαροκαμωμένοςνομισματοσυλλέκτριασιγούρεμαρεβόλβεραξέφραστοςκαρβουναρειόάρρηκτοςγυναικάκιας




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit