Новогреческий словарь
μολυβδογραφίς
μολυβδογραφίς
карандаш
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
карандаш
? —
μολυβδογραφίς
как с
(ново)греческого
переводится слово
μολυβδογραφίς
? — карандаш
#
(ново)греческий словарь
—
σχίση
—
ξεσαβούρωμα
—
εκκλησιάζομαι
—
σφένδαμνος
—
καγκουρό
—
βυρσοδεψεία
—
ολιγαρχικός
—
κρανιοσκοπία
—
παροχετευτικότητα
—
αξύλευτος
—
αχόρδιστος
—
παρέα
—
ονομαστικός
—
μουφλόν
—
γκρέμιος
—
γκρινιάρης
—
απομανθάνω
—
φασολάδα
—
βουβαίνομαι
—
γέμιση
—
φυγάς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве