|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγριοκερασιά? — — γραφίστικος — επίδικος — εκάην — πικρός — τουμπάρω — σκοπευτικο — σατανιστικός — αγελαδάρης — παστερίζω — τοκογλυφία — απροσκύνηγος — κατασφάζω — ψευδεπίγραφος — αποδοτικότητα — ακόμψευτος — διακουστική — απόγαιος — σείνω — συχωροχάρτι — ψαμμόφιλος — σαξοφωνίστρια |
|||