|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βοτανολόγιο? — — ψυχομάντις — φορετός — ακαπάκωτος — πασσάλωσις — αρνησιστορία — ταγάρι — αποχρωστικός — πλούτισμα — θαλασσόχαρος — χαριτολόγος — αιώνια — βρυκόλακας — οκτάωρος — σκωπτικός — αφέθην — λάγκεμα — πεπονόσπορος — διαδραματίζομαι — ηλικία — νέα — περισταλτικός |
|||