|
το гектограф #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гектограф? — πολύγραφο как с (ново)греческого переводится слово πολύγραφο? — гектограф — ανθρωπολόγος — αχλαδιά — ομπρελλάδικο — κακοτάξιδος — μπάρ — μετάλλευση — αλάλητος — κάρα — ισότονος — ελευθεριότητα — ιεροκρατικός — ελαιοδοχείο — εντειχισμός — εύζωνος — καλοξέρω — ανατραντάζω — ξεσηκώνω — καλολαδωμένος — ανθρωποθάλασσα — αναίμαχτος — αστυνομεύω |
|||