Новогреческий словарь
συνεισφερόμενος
συνεισφερόμενος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνεισφερόμενος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
φορτικός
—
μαλαθούνα
—
τάληρο
—
κακκάρισμα
—
ερυθριώ
—
φραντζόλα
—
φαντασμαγορικός
—
ομοιότητα
—
κοπρόλακκος
—
ζαρίφισσα
—
λαγκεύω
—
διατρανώνω
—
σκιάσμός
—
σβάστικα
—
καλενδούλη
—
μικροβιοφάγος
—
θαλασσοκρατορία
—
ντύμα
—
σιδηρούχος
—
επιχάλκωμα
—
ξεπρήζομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве