|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεθοδικώς? — — περιβολάρισσα — υίόθετος — ισόγειο — χιλιμίντρισμα — ευφάνταστος — εμπεριέχω — σχοινάκι — φωταγωγώ — κυρίως — γαρουφαλλόλαδο — βολλεϋ-μπώλλ — μάρσιππος — μόσχειος — θρυλούται — αδιασπάθητος — ηλεκτροποιώ — μπαμπακούλης — μικτοβαρής — απέραντος — αφλογισιά — γεννητάτο |
|||