|
разделённый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разделённый? — διηρημένος как с (ново)греческого переводится слово διηρημένος? — разделённый — αλεπουρά — απροφύλαχτος — αυτοεπαινούμαι — ολομερής — καλένδαι — διφθερία — φοβητσιάρης — μέθοδος — πτυχίο — μονταδόρος — αποστερώ — τεπές — οππορτουνισμός — πανταλόνι — διαγνωστικό — ασκητικά — απολυμαίνω — φωτοσκιάζω — εξωτικός — καταψυγμένος — πεντάχρονο |
|||