|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πιώμα? — — θαλασσοκρατορία — τεσσαρακοστιανός — αδιάψευστος — σεβντάς — αψώμωτος — ζωοφαγικός — κερδοφορία — πετσοκοφτώ — κληροδότημα — πλατυρρημοσύνη — αγγουρόσουπα — πασπάλισμα — προβλής — κατακριτέος — δασολογίκή — γωνιοκόρυφος — αυτοκριτικά — άπιον — βέρος — υαλοτεχνία — απάθεια |
|||