|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово απαρνιούμαι? — — τζάκα — μετεργασιακός — μετοικίζω — ξεφτιλισμένος — ματαιόσχολος — συρμοτοποιός — συμπαθητικός — καταναλώτρια — οινοπνευματόμετρο — δοχείο — εκτροχηλισμός — έφοδος — παιανίζω — ιδιοσύστατος — αλλοτροπισμός — δουλεία — φίνος — μηχανολογία — αυτόχειρας — απασβεστώνω — φανατικός |
|||