|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ακαδημαϊκώς? — — οδοντόπονος — γεμάτα — σύμπλοκος — ψευδογνώμων — ανέλκω — ζωογονητικός — ωοτοκία — κοινωφελής — χορευταρού — καταργώ — αθός — γενειάδα — αβλόγητος — διασώστρια — αεροκινητήρας — ανίερος — αστίλβωτος — κατασχίζω — προσέγγιση — εγκόλπιο — ανεμολόγι |
|||