|
рваный, разодранный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рваный? — ξεσκισμένος как на (ново)греческом будет слово разодранный? — ξεσκισμένος как с (ново)греческого переводится слово ξεσκισμένος? — рваный, разодранный — τρυγάω — αναχεντρώνω — καταβοσανίζω — κλαυθμός — πετσετάκι — στάχυασμα — ατύλιχτος — συναλλαγματική — ιέρεια — μπεζερνώ — ανυπερτίμητος — βομβύκιο — οπωρόζη — πολυκόμματος — κρύψιμο — φυτοκομείο — σάργος — διαμελισμός — τοσούλης — υδατοπέδιο — νεφελόμετρο |
|||