|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βαλβιδοπλαστική? — — πολυθεσίας — κορνάρισμα — ευλογιάρης — δισταχτικός — ντοκουμεντάρομαι — ληρολογία — αρταποθήκη — ονοματίζω — άμουρος — φακορυζόσουπα — σηκός — λιμοκοντόρος — ξιφολόγχη — ασιατικός — ανιμιστής — Άτλας — κρούσμα — ναζιστικός — γογγολογώ — συνάγω — εξυπνοπούλι |
|||