Новогреческий словарь
ανθοφυία
ανθοφυία
η
цветение, расцвет
;
εν πλήρει ανθήσει ??? — в полном цвету
;
είμαι σέ ~ — быть в цвету
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
цветение
? —
ανθοφυία
как на
(ново)греческом
будет слово
расцвет
? —
ανθοφυία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανθοφυία
? — цветение, расцвет
#
(ново)греческий словарь
—
πατριαρχείο
—
γοργοπέρασμα
—
μάγουλο
—
ομοφυλία
—
κρυσταλλικός
—
διάμειψη
—
επίχωσις
—
ροπή
—
βικάριος
—
ίδρωση
—
ραπίζω
—
παράγομαι
—
αθεάτριστος
—
αγουρίδα
—
νύμφευση
—
μεγεθυντικός
—
παΐδι
—
φτερούγα
—
βολάζω
—
βοεβόδας
—
ασακάτευτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,