|
το воспалённое место #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово воспалённое место? — αφόρμισμα как с (ново)греческого переводится слово αφόρμισμα? — воспалённое место — ξαναβάλλω — τροχονόμος — κοντόχρονα — αποστοματίζω — απιδίτης — τριγαμία — γελαδοτόμαρο — υπαρξισμός — πλαταγώ — μεταμορφωτικός — αγροχαλά — καφεστιατόριο — εικοσάχρονος — αποκομιδή — μαντό — εξαπλασίαση — αλλοδοξία — γόβα — ενυδάτωση — ορνιθοειδής — αναμαρτησία |
|||