|
(-έως) ο медник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово медник? — χαλκεύς как с (ново)греческого переводится слово χαλκεύς? — медник — τυροκόμος — απεραντοσύνη — ανοησία — τάφος — διέκρους — διάθλαση — υποδιευθυντής — ηλικία — ζωγραφιστά — καρδιαλγία — μεταφράσιμος — χτικιάζω — μικροσεισμοί — αρθρογραφικός — σαγηνευτής — σελιδοποιητικός — αραδωτός — απροσδιοριστία — άταιρος — εκατόμβη — στρώση |
|||