|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πυρηνόλαδο? — — εξαγόμενο — τσυλίκι — αδικώ — λάγανον — εξάψαλμος — πρωτεξαδέρφη — αψυχολόγητος — κοινοβιότης — κρασίλα — συνεχώς — αισιόδοξος — νευραλγικός — παγανός — αρχαίος — εκπωμαστήρας — αμμωνιούχος — αναφλογέας — εμφανιστής — αβδέλλιασμα — αναιμία — χιονισμένος |
|||