|
το горн. закладка выработанного пространства #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово закладка выработанного пространства? — μπάζωμα как с (ново)греческого переводится слово μπάζωμα? — закладка выработанного пространства — ραβανί — καλοκαιρεύω — οινόφλυξ — ποσώς — σμήνος — άξαφνα — καλειδοσκόπιο — επιδεκτικότητα — οπερέτα — μουρουνέλαιο — χειλεόφωνα — εφτάτομος — έκτοτε — νηστεία — ψευδώνυμα — αναλογιστικός — οινοπνευματοπώλης — αποθηρίωση — σκωληκοτρόφος — πτωχολογιά — παράβλαστος |
|||