|
η корабельная шлюпка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово корабельная шлюпка? — πάσσαρα как с (ново)греческого переводится слово πάσσαρα? — корабельная шлюпка — οξύμωρος — αυτοσυντήρητος — Συριανός — γελοιοποιώ — δάνειος — βουτυροκόμος — σύναμμα — γέλοιο — τραχειακός — στοιχειοχυτήριο — χαιρετώ — αριοστάλαχτος — εσωτερικώς — μαλλάκι — Γεροντία — κουτσοδόντης — ευλογητής — νεραντζούλα — λησμονιά — αποστάθμιση — προγυμναστήριο |
|||