|
το мед. жировик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жировик? — στεάτωμα как с (ново)греческого переводится слово στεάτωμα? — жировик — παιχνιδομηχανή — ιερωσύνη — κροκάτος — αντεξεγείρω — εξυγιαίνω — θεσμοφύλακας — πλατυκέρατος — νύκτιος — αναρχία — χορευτικός — Βλάχικα — αλληλόφιλος — κρύφιος — καλοδεχούμενος — μεσόθυρο — αμυγδαλή — ξεδιάντροπος — γκρεμίζομαι — λιπαντήρας — αστραποβαρεμένος — σκουριά |
|||