Новогреческий словарь
κιουρί
κιουρί
το
кюри
(единица радиоактивности)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кюри
? —
κιουρί
как с
(ново)греческого
переводится слово
κιουρί
? — кюри
#
(ново)греческий словарь
—
μικροβιοκτόνος
—
φραγκοκόρακας
—
εξηγητέος
—
παραφέντρα
—
αφθαρσία
—
ενότητα
—
φυτογραφία
—
λευτεριά
—
παρατιμονιάζω
—
δαφνοφόρος
—
κλήτευση
—
πλεονεκτικός
—
ανθελονοσιακός
—
ρονιά
—
αδικοβγάνω
—
ακρη
—
πνευματικότητα
—
εξακοντιστικός
—
παραμυθιάζω
—
ομμάτιον
—
πευκώνας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве