Новогреческий словарь
όγδοο
όγδοο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
όγδοο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
υπόμνημα
—
εργολήπτης
—
εντάσσομαι
—
οβελισμός
—
φιλειρηνικά
—
τουφεκίδι
—
κλωστοϋφαντική
—
αποτυπώνομαι
—
σκούξιμο
—
αλύτρωτος
—
ανάγελο
—
βλοσυρός
—
προσκυνημένος
—
αντάμωμα
—
σκίαση
—
αμεσότητα
—
θυμίασις
—
δικαιολογημένος
—
πρωτοφανήσιμος
—
γηρατιά
—
διατροφικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве