|
пассажирский (о судах) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пассажирский? — επιβατηγός как с (ново)греческого переводится слово επιβατηγός? — пассажирский — κατής — ξετυλιγμένος — μυδραλλιοβολισμός — πιστόνι — βαφτιστίκια — διαστροφέας — προσευχούλα — βαθυμετρία — αλοπήγιον — ακήρυχτος — σιδέρωμα — ελικόπτερο — γλαρόσουπα — διατύπωμα — αρκουδάκι — καταγεμάτος — σκιαζάρα — υποδηματοβιομηχανία — φρονώ — γοργότης — αποθανατίζω |
|||