|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υπερδομή? — — γυναικωτός — κυκλοτρόνιον — έμπυος — σύλαρδος — μελισσοκομία — θαλασσίτσα — γαλάζια — χοντράνθρωπος — βαμβακοφόρος — σάρωθρον — κοινωμάτιον — οργανάκι — ανεμοπόδαρος — άκρα — σκακιέρα — χειροθετώ — ατασθαλία — σπερμολογία — φυτόχωμα — μονόφθογγος — αχαρτογράφητος |
|||