φωτοηλεκτρικός

формы словаβ
φωτοηλεκτρικός
фотоэлектрический;
          ~ό στοιχείο или ~ή κυψέλη — фотоэлемент



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово фотоэлектрический? — φωτοηλεκτρικός
как с (ново)греческого переводится слово φωτοηλεκτρικός? — фотоэлектрический


αγγειορραφήμακρουλόςκαΐλαςχουζουρεύωπτέρωσησυγκάλεσηκαπιτάλακλειδοποιόςαστέγαστοςθεατήςυπερβιταμινούχοςπλασταριάεγκληματογραφίαεμπύρευμαμεριδιούχοςδιπλοθεμελιώνωαμυγδαλόπιτταολομόναχοςαμλετισμόςυδροξείδιοαναγοριά




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit