|
ο плеврит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово плеврит? — πλευρίτης как с (ново)греческого переводится слово πλευρίτης? — плеврит — στοιχειωμένος — εμπειρισμός — αποβδόμαδα — μαυροθαλασσίτικος — κυριακάτικα — λεηλάτηση — αλογοτροφείο — αργυρώνητος — καπρίτσιο — δρώπικας — γλυκοφέγγω — ολιγοπιστία — χρυσοφαής — συρματοποίησις — επεκτατισμός — προσομοιάζω — ξένα — αστροφόρος — σπάνη — προσήκον — επιμηκύνω |
|||