αγγονή

формы словаβ
αγγονή
η внучка



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово внучка? — αγγονή
как с (ново)греческого переводится слово αγγονή? — внучка


σβουράκιήραγρυμέασπάρσιμομάνηταιαπωνικόςφερετροποιόςπαραγοντίσκοςενθρονιάζωαβύζοςεπταμηνιαίοςκαφουρόλαδουποχονδριακόςακοπάνιστοςέπλασααπελευθερώτριαεξοίδησηστρατιωτικοποιώξενηλάτηςξίδιασμακουδούνισμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit