Новогреческий словарь
αιμωδίαση
αιμωδίαση
(-εως) η мед.
онемение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
онемение
? —
αιμωδίαση
как с
(ново)греческого
переводится слово
αιμωδίαση
? — онемение
#
(ново)греческий словарь
—
τειχοποιία
—
δρακόντειος
—
αναβαλλόμενος
—
αμάλακτος
—
ουλούκι
—
στουρνάρι
—
προάγγελος
—
πλάστιγγα
—
κρυψώνας
—
πτηνό
—
ξιφασκία
—
αγάζωτος
—
τσιγγρίζω
—
εξαναγκασμένος
—
υδρείον
—
εχινόδερμα
—
γουλίζω
—
τυμπανισμός
—
άπτρα
—
στραβοπόδης
—
εσχαρέας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,