|
το метан (газ) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово метан? — μεθάνιο как с (ново)греческого переводится слово μεθάνιο? — метан — αποκάρωση — αίρα — γοργοπόδης — σμαραγδί — ξεπουπουλλιάζω — στεγοποιός — φορτηγατζής — τιμονάκι — φετιχικός — προσταταλγία — βιάζω — ηγήτωρ — παρωκεάνειος — αμετασάλευτος — εύτηκτον — συναρμολόγημα — χαλεπώς — εναποθηκευτής — πλινθόκτισμα — ανεξόφλητα — ρύαξ |
|||