|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αδενολογία? — — νεφελώδης — αβανταδόρος — λασπώνω — ανάρρηξη — πλανταγμένος — αρτυμή — ένεκα — αλαβής — ελιοπερίβολο — αλκαλοειδές — περιηγήτρια — ηλεκτροπαραγωγικός — αλχημίστρια — παρουσιαστής — πυρκαγιά — μονοπατάκι — ξάρτι — θέριεμα — εντερικά — γαλαροκούδουνο — τακτοποιημένος |
|||