|
одноактный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово одноактный? — μονόπρακτος как с (ново)греческого переводится слово μονόπρακτος? — одноактный — αρχοντοσυμπεθερεύω — προθυμία — γάτος — συσκευιάστρια — ανολοκλήρωτα — ξετυλίζω — δαψιλεύω — σπάθα — οινογεύστης — προσελκύω — πρυμνήσια — ανασημαίνω — άντε — βουλώνω — προτινός — σταμάτισμα — γεροντικός — απορροφούμαι — περιβραχιόνιο — Μαυροβουνιώτης — εμβρυολόγος |
|||