|
ο этаж #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово этаж? — όροφος как с (ново)греческого переводится слово όροφος? — этаж — πλειότερος — μικροκάμωτος — πνευστιώ — κοινολογώ — πισινούλης — αναζωπύρηση — ηλιογεννημένος — αντίπνοια — θύελλα — κακο- — οξεία — αγνοώ — ανταρτοπολεμικός — αρχαιρεσίες — ανδρογένεια — αληθομανία — συνερίζομαι — εμψυχωτής — νιόφαντος — ηδονόχαρος — συζητήτρια |
|||