|
το ресница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ресница? — τσύνουρο как с (ново)греческого переводится слово τσύνουρο? — ресница — ξεκίνημα — νυχτοπάτης — μάγκας — εδώδιμα — φάρμακο — μακρήγορος — σταίνω — οικοδομητικός — κορνιζού — τάφρος — χαίνω — πορτραίτο — παρεκτείνω — συνεχίστρια — μαυροτσούκαλο — αποκόφτω — καντάδα — αφόβητος — πολυμερισμός — σφακελώδης — μυριο- |
|||