|
ο мелкий воришка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мелкий воришка? — λαδοχέρης как с (ново)греческого переводится слово λαδοχέρης? — мелкий воришка — πικροθάλασσα — δαμαλίς — συχώριο — γυναίκήσιος — τρύπησιά — αμουσία — γαστραλγία — παχύρρευστος — δέχομαι — ραιβοσκελία — γυμνός — ελληνοδιδάσκαλος — αγγειό — διαβολόψειρα — ανεμόπτερο — ευμετάβολο — ξεχαρβάλωμα — μικρόζωο — φρύττω — ξεκαπάκωτος — γλυκούλης |
|||