Новогреческий словарь
βαμβακέλαιο
βαμβακέλαιο
το
хлопковое масло
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
хлопковое масло
? —
βαμβακέλαιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαμβακέλαιο
? — хлопковое масло
#
(ново)греческий словарь
—
κεντρίζω
—
ακολασία
—
ανασκιρίζω
—
ανεξόφλητος
—
σκόντο
—
μποσικάρω
—
στρατοκρατία
—
δισκάφισμα
—
αντίχειρος
—
βασταγός
—
φαν
—
πλοιοκτήτρια
—
ληστοτρόφος
—
τελματώνομαι
—
αντικατηγορία
—
ψιλολογάω
—
ρυπαρογράφημα
—
αγκωνούλα
—
υπερχείλιση
—
αυτοεπιβολή
—
σπουδαγμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,