|
η 1) небытие; 2) отсутствие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово небытие? — ανυπαρξία как на (ново)греческом будет слово отсутствие? — ανυπαρξία как с (ново)греческого переводится слово ανυπαρξία? — небытие, отсутствие — γιαπωνέζικος — αδιάγραπτος — αγγειοπάθεια — αποθέσιμος — επταπλούς — αντίρευμα — μύαξ — αναιτιολόγητος — αναγνωστήριο — σκάτωμα — βάτευμα — κοντανάσα — τελίτσες — γαμίκος — κυβικός — βολταμπέρ — αντιζηλία — θερμαντικός — νεκροφύλακας — γαιοκτησία — στρωματσάδα |
|||