Новогреческий словарь
διασωστικά
διασωστικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διασωστικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κοσμοχαλασμός
—
πενταφωνία
—
γαστροκνημία
—
ράθυμα
—
χείλωμα
—
κατώφλια
—
καλουπατζής
—
πάγιος
—
αυτόγυρο
—
συνέπεια
—
εκκρεμοδικία
—
φάλτσο
—
κρύος
—
χοντρούλικος
—
καβατίνα
—
μοιρολογίστρα
—
σοβάς
—
ανοησία
—
ξέστηθος
—
μέτοχος
—
φαρμακοδόχος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве