|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ασπροσίτι? — — εμβύθιση — ωτολογικός — φτερούγισμα — βαπόρια — δεκαστής — απυρεξία — ανύπνια — αυτάρκης — ατμολουτήρ — δελεαστικός — ανάλωση — ενδοφλεβικός — περισώζομαι — σίγουρα — απειρομεγέθως — ψητάρης — ανελεήμων — σιδηρομεταλλουργία — πούπετα — μελετητής — οινοβαφής |
|||