|
το максимум #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово максимум? — μέγιστο как с (ново)греческого переводится слово μέγιστο? — максимум — μεγαλορρημονώ — χρηματοκιβώτιο — ανοσφρησία — κακουχία — παρών — ανάσαση — βουβάλα — ορατότητα — φραχτός — σαββατοκύριακο — μοσχοβίτης — διττογροφώ — αποστέκω — υπερκέραση — μαστιχι — στειροποίηση — εριστής — σθεναρά — εξυγιάζω — μικρόκοσμος — δασάκι |
|||