|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγκωναράκι? — — αρτοπαρασκευαστής — αρτιγέννητος — πρόσηβος — εμβλέπω — χοροδιδασκαλική — καύκαλο — τσιρλιάρης — απλυσιά — γλίτζα — αυτοαναίρεση — θεματολογία — αστρονομικά — γυμνασιόπαιδο — τριμηνιαίος — αμέθυστος — γλυκομεθάω — εξαγνισμός — γναθοχειρουργός — μαίνουλα — εκγερμανισμός — ετοιμάζω |
|||